Ο Ουρανός Κατακόκκινος

Ο Ουρανός Κατακόκκινος

«Η Σοφία Αποστόλου του Ιωάννου και της Ευγενείας, καθηγήτρια γαλλικής στο Δημόσιο με ανώτερες σπουδές στη Φιλολογία, κάτοχος επίσης της αγγλικής και της ρωσικής, πρώην καθηγήτρια, απολυθείσα λόγω αλκοολισμού» είναι η ηρωίδα του μονολόγου Ο Ουρανός Κατακόκκινος.
Μια ανεξιχνίαστη «ροπή προς το κακό», την οδηγεί να βοηθήσει τον γιο της Γιάννη να επενδύσει σε εισαγόμενα κορίτσια του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού.
Οι «μπίζνες» όμως γίνονται η αιτία για να βρεθεί πίσω από τα κάγκελα. Και τότε η Σοφία Αποστόλου βρίσκει προορισμό, νοικιάζει μια γκαρσονιέρα με θέα τις φυλακές και όλη την ταράτσα δική της για να βλέπει τον «ουρανό κατακόκκινο», όταν δύει ο ήλιος. Εκεί είναι πιο κοντά στο γιο της, ο οποίος έχει καταδικαστεί για μαστροπεία. Σκέφτεται τη ζωή της και τον πρόωρα χαμένο «κουμουνιστή αλλά τσαχπίνη» σύζυγό της Χρηστάκη, σαρκάζει την κοινωνία και τις ιδεολογίες που κατέρρευσαν αφήνοντας τους ανθρώπους μετέωρους στη νέα τάξη πραγμάτων και μαγειρεύει όλη μέρα για τον «άσχημο και ηλίθιο» γιο της, τον Γιάννη της…

Το κοινωνικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο τοποθετείται το έργο με όχημα το αντιθετικό ζεύγος του νεκρού κομμουνιστή συζύγου και του φυλακισμένου γιού της ηρωίδας είναι η σύγχρονη Ελλάδα των λαμόγιων και της διαφθοράς. Η Χρύσα Προκοπάκη σκιαγραφεί με λεπτομέρεια το πλαίσιο αυτό: «Μετανάστες μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, μαστροποί, κυκλώματα, κομπίνες, θύτες και θύματα αξεδιάλυτα, ενώ οι πραγματικοί θύτες απολαμβάνουν την εκμαυλιστική νομιμότητα τους».[7]

Η Ρένη Πιττακή, [8] που ερμήνευσε τη Σοφία Αποστόλου στο πιο πρόσφατο ανέβασμα του έργο αναφέρει: «η Αναγνωστάκη με το δικό της, διόλου συνθηματολογικό τρόπο μιλάει για την αποτυχία των συστημάτων, όχι μόνο την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού αλλά και την ξέφρενη πορεία του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, με τις γνωστές συνέπειες για τις ζωές μας» [9] και αφιερώνει την ερμηνεία της στην πρώτη διδάξασα του ρόλου Βέρα Ζαβιτσιάνου [10].

«Στην αυστηρή οικονομία του μονολόγου παρεμβάλλονται παιγνιώδεις προκλητικές εκφράσεις και αριστεροκομματική ξύλινη φρασεολογία, διακειμενικά παιχνίδια, παλιά γαλλικά τραγούδια και η «Διεθνής» σε μια ιδιότυπη χημεία.
Με μαύρο χιούμορ και με μια ανάμνηση μπεκετικής Γουίνι [11], η ηρωίδα αναφέρεται στις «ωραίες μέρες»: «ωραίες», «και λίγο επικίνδυνες», σημειώνει η Καγγελάρη σε κείμενο της, που συνδέει τον Ουρανό Κατακόκκινο με τη Νίκη και το Σ’ Εσάς που με Ακούτε, μέσα από την έννοια του ξένου, όπως αυτή συνδέει και διαπερνά τα συγκεκριμένα θεατρικά κείμενα στην «κυριολεκτική και μεταφορική της διάσταση».[12]

Ο Ουρανός Κατακόκκινος είναι μια ωδή στην ετερότητα. Η Σοφία Αποστόλου νοιώθει πως ξεχωρίζει γιατί «πηγαίνει δυο φορές το μήνα και βλέπει τον άσχημο και ηλίθιο γιό της, παρέα με τους Αλβανούς και τους πρεζάκηδες», όπως ξεχωρίζει και η Βάσω στη Νίκη, συγγενής του επίσης φυλακισμένου κατηγορούμενου για φόνο αδελφού της Θανάση, ή ο Παύλος της Κασέτας, που του αρέσει «να κάθεται και να βλέπει μια γραμμή» και ο Μιχάλης από τον Ήχο του Όπλου, τα ιδανικά του οποίου δε γίνονται αποδεκτά από τους άλλους. Αυτή η φωνή της ετερότητας που χρόνια αρθρώνει η συγγραφέας μοιάζει εδώ να δυναμώνει και να δανείζεται στοιχεία από την ίδια και τις αριστερές της καταβολές. «Το λευκό του προσώπου της ομοιοκαταληκτεί με τον Ουρανό Κατακόκκινο του θεατρικού της έργου» γράφει ο ποιητής Γιάννης Κοντός [13] για να δείξει τη βαθιά σχέση της συγγραφέως με το συγκεκριμένο έργο. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τον μονόλογο αυτό έχει ηχογραφήσει με τη φωνή της η ίδια η Αναγνωστάκη. Σε παράσταση [14], που έγινε για να τιμηθούν τα πενήντα χρόνια της δραματουργίας της ακούστηκε η ίδια της η φωνή να απαγγέλει:

«Εγώ δε βολεύομαι.
Δεν είμαι ο μέσος όρος.
Δεν είμαι απ’ αυτούς που ρίχνουν νερό στο μύλο των ισχυρών και νομίζουν πως είναι κάτι, ενώ δεν είναι τίποτα!
Δεν έχω καν αλυσίδες για να τις χάσω!
Ποτέ δεν είχα αλυσίδες εγώ!
Εγώ.
Κάνω τη δική μου επανάσταση».

[7] Χρύσα Προκοπάκη, «Τα πρόσωπα της Λούλας Αναγνωστάκη», στο πρόγραμμα της παράστασης Εμείς οι άλλοι της Νέας Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, χειμερινή περίοδος 1998 – 1999, σ. 43.

[8] Ηθoποιός του Θεάτρου Τέχνης. Έχει ερμηνεύσει τις περισσότερες από τις ηρωίδες των έργων της Αναγνωστάκη.

[9] Σε συνέντευξή της για το ανέβασμα του έργου σε σκηνοθεσία του Λεωνίδα Προυσαλίδη στις φυλακές του Επταπύργιου στη Θεσσαλονίκη τον Ιούλιο του 2014. https://www.youtube.com/watch?v=Lfohr–o3Q0&feature=player_detailpage

[10] Ηθοποιός του Θεάτρου τέχνης και επιστήθια φίλη της συγγραφέως. Η φιλία τους κρατά από την εποχή, που η Αναγνωστάκη ήταν παντρεμένη με τον επίσης ηθοποιό του Θεάτρου Τέχνης Μηνά Χρηστίδη (1958). Ερμήνευσε τη Σοφία Αποστόλου στο πρώτο ανέβασμα του έργου σε σκηνοθεσία Βίκτωρα Αρδίττη από το Εθνικό Θέατρο το 1998.

[11]  Οι χαρούμενες ημέρες (αγγλ. τίτλος Happy Days) είναι θεατρικό έργο του Σάμιουελ Μπέκετ σε δύο σκηνές. Γράφτηκε στα αγγλικά από τον Οκτώβριο του 1960 ως τον Μάιο του 1961. Το μετέφρασε στα Γαλλικά ολοκληρώνοντάς το τον Νοέμβριο του 1962. Ο γαλλικός του τίτλος ήταν Oh les beaux jours, από κάποιο ποίημα του Πωλ Βερλαίν. Η πρεμιέρα του ήταν στις 17 Σεπτεμβρίου 1961 στο Cherry Lane Theater της Νέας Υόρκης, και συνεχίστηκε στο ίδιο θέατρο επί εκατό παραστάσεις. Σήμερα το έργο αυτό είναι μαζί με το Περιμένοντας τον Γκοντό το πιο επιτυχημένο έργο του Μπέκετ.

[12] Καγγελάρη Δηώ, ΕΠΙΜΕΤΡΟ, ΛΟΥΛΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ ΘΕΑΤΡΟ, ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2007, σ. 151 – 152.

[13] Γιάννης Κοντός, Μυστικά Τοπία, Κείμενα για πρόσωπα, για τη ζωγραφική, για το θέατρο, για βιβλία. Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα,2014 ,σ.74.

[14] Ενέδρες της Ζωής, Λούλα Αναγνωστάκη mixage, σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη, Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, Ιούνιος 2014.

 

 

 

Project details